- ζιγκενίτης
- Ορυκτό αντιμονιοθειούχο άλας μολύβδου του τύπου PbSb2S4. Κρυσταλλώνεται στο ρομβικό σύστημα, έχει σκληρότητα 3-3,5, ειδικό βάρος 5,3-5,35, λάμψη μεταλλική και χρώμα σκοτεινόφαιο έως μολυβδόφαιο.
* * *ο(ορυκτ.) θειούχο ορυκτό τού μολύβδου και τού αντιμονίου.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. zinkenite (< όν. τού γερμ. μεταλλειολόγου Zinken)].
Dictionary of Greek. 2013.